Ράγισε μέσα μου ο χρόνος… δε θέλω πια να τον μετρώ!
Βγαίνω ξυπόλυτη στις ρίμες, στα σοκάκια ,
στα σκαλοπάτια των χρωμάτων,
στις αλάνες συλλαβών,
μόνο να γράφω θέλω, να γελάω και ν’αγαπώ.
Ναι, ν’ αγαπώ ….
Month: July 2016
Είκοσι Ιούλη
Είκοσι Ιούλη, μέρα φοβερή,
Άδοξη ώρα που ‘γινες χολή,
Κλεμμένη εικόνα, σπασμένο γυαλί,
Κόσμος ακόμα σκληρός σαν καρφί.
Είκοσι Ιούλη, μέρα τρομερή,
Μισή ψυχή, μισή φωλιά η γη,
Δίχως τον άντρα, χαμένο παιδί,
Είκοσι πίκρες θωρεί σκυθρωπή.
Άλκιμο Έλυτρο
Αφιερωμένο στην Ελληνίδα
μάνα – γυναίκα – σύντροφο – αδελφή – κόρη
Σε είδα να λαγγεύεις τη μοίρα μου
Σε εύκοσμους πύργους βαθυσκαφούς ίριδας,
Την ώρα που ο ήλιος έπινε των καημών τις ανάσες.
Σε άκουσα να τη σμιλεύεις
Με τις κορφάδες των ονείρων σου
Στη χρυσή παλίρροια των σταχυών του Αλωνάρη,
Μ’ ένα παιδιάστικο μαγιάτικο χαμόγελο στα χείλη.
Ένιωσα τον αθέρα της γλαυκής σου σκέψης
Να τη μετουσιώνει σε άυλη ολκή προς το στερέωμα,
Αργυρόλευκη αύρα χιονοσκέπαστων κυμάτων.
Καθορώ τον αρραβώνα μου στο σώμα σου
Μέθεξη ουράνιας στόχασης,
Συνειρμό ακτίνων ζωής,
Εκ πηγής μη αλωμένης, φωτός αιωνίου.
Ατενίζω την αγάπη μας
Βαρκούλα αυγουστιάτικο φεγγάρι
Ν’ αρμενίζει στο πέλαο.
Σε πέλαο γαλήνης και φωτός.
Χάρτινη Κουρτίνα
«Να κρατάς μια άκρη από παλιό σου ρούχο
με τις κλωστές σαν μάτια να κρέμονται
να κοιτάνε προς τα κάτω τα βήματα
παραπατήματα διέλευσης του χρόνου
Μετά να ξαναβρίσκουν τον ρυθμό
και τη συνέχεια….»
είπε η γιαγιά και κοιμήθηκε
κουρασμένη απ΄ τη ζωή που δεν έζησε
Με τώρα το κατάλαβα
Αυτά τα μάτια κάποτε δεν υπακούουν
Γλιστράνε από το μέτωπο που τους ζωγράφισα
αγγίζουν πια το σώμα
βάζουν καινούρια χέρια, μαλακά
Για κείνο το πρωινό
Δεν ξεχνώ
Την ώρα που έσχισε το μαντάτο
Το θλιβερό εκείνο πρωινό
Κραυγή οργής για πραξικόπημα
Ο δρόμος δίπλα στο ποτάμι
Αυτό που δεν θα μπορούσε να επιβιώσει με τίποτα σε εκείνο το άγριο παρθένο περιβάλλον είναι ο φόβος.
Ο τρομακτικός ανυπόμονος ποταμός που ο βρυχηθμός του ακουγόταν από χιλιόμετρα μακριά στην πραγματικότητα το παιδί μιας γαλήνιας πεντακάθαρης λίμνης, βγαίνοντας από την μήτρα της μια τοξότη γέφυρα, αποκτούσε κατευθείαν εκείνη την ορμή του νεογέννητου που μόνο η ζωή ξέρει να χαρίζει στους αγαπημένους της.
Το μεγάλο ταξίδι ισάξιο με αυτού ενός ανθρώπου μόλις είχε ξεκινήσει, και οι ομοιότητες πολλές.
Βαρύτιμα Περιδέραια
Μου οφείλεις μια επίσκεψη
Ξέρεις
Από αυτές που δεν γίνονται κατόπιν συνεννοήσεως
Που περνάς τάχα τυχαία
Βλέπεις φως μέσα στη νύχτα μου
Και μου χτυπάς επίμονα ένα κουδούνι
Ν’ ανοίξω ατημέλητη
Με ένα βλέμμα πανέμορφο από έκπληξη
Πιο όμορφο δεν σου΄δειξα ποτέ
Και να σου πω
Δεν σε περίμενα
Godly Justice
Shadows in their solace
can have a room
a sofa, or nothing!
Can have water
a piece of bread
or nothing!
They hang
their curiosity
over balconies
buildings
or gorges!
They are blasted
by “friendly bombs”!