είχες πάντα έναν τρόπο να μου κλέβεις το όνειρο
όπως ψες την ώρα της σαγήνης
της πανσελήνου που φωλιάζει στα δάχτυλα
σαν κόσμημα ολοκληρωτικής δέσμευσης
καθόμασταν πλάι πλάι
κάτω από τον διαμαντένιο θόλο τ ΄ουρανού
ανάμεσα σε φιλιά και αγγίγματα
να διεισδύουν στους δισταγμούς και τις ασάφειες
να ανασύρουν λησμονημένες ιαχές ευδαιμονίας
Γράμμα στα παιδιά…
Ονειρεύομαι να πετάξω…να βρεθώ πάλι στη φωτεινή απλωσιά του ουρανού…
να μικρύνω, να συρρικνωθώ να εγκλωβίσω ύπαρξη και συναισθήματα σε ένα σακίδιο, μια μάσκα,
δυο γάντια, που θα φυλάνε τα χάδια!
Νέα εποχή ταξιδιών, η χαρά κλεισμένη ερμητικά στην καρδιά,
γύρω πετούν εχθροί μικροσκοπικοί,
μισούν τις αγκαλιές, τα φιλιά, έχουν ξένους ,προς εμάς, κώδικες επικοινωνίας!
Ονειρεύομαι να βγάλω φτερά, να παρακάμψω οδηγίες, εξουσίες, παραινέσεις, δήθεν προστασίες
και να βουτήξω σύγκορμη… στην αγάπη που με περιμένει!
άνεμος Ιούλη μήνα
το ίδιο σπίτι κάθε βράδυ
μα όλο του λείπει ένα παράθυρο
ένα κατώφλι
ή φτερό περιστεριού
από την κιβωτό που δεν μας έσωσε
ψες έλειπε το μεγαλύτερο ψέμα
με τα φτηνά παντζούρια του άνοιγε απότομα
γινότανε κερκόπορτα για την επέλαση του εφησυχασμού
έτσι κοιμήθηκε σιγά σιγά η ανησυχία
και λίγο λίγο ξυπνούσε η μυρωδιά ευημερίας